Το καλό και το κακό είναι ζήτημα επιστημονικό, με φόντο το εξελικτικό μας παρελθόν

Από τη μια οι αλτρουιστές, που βοηθούν τους άλλους διατρέχοντας ακόμα και κίνδυνο σοβαρής προσωπικής βλάβης, η ανιδιοτέλεια, η θυσία, η γενναιοδωρία: αυτά που αναγνωρίζουμε ως το καλό. Από τη άλλη οι δολοφόνοι, οι βιαστές, οι απαγωγείς, οι βασανιστές, ο εγωισμός, η βία και οι καταστροφικές παρορμήσεις: αυτά που αναγνωρίζουμε ως το κακό. Ο ακραίος αλτρουισμός και η ψυχοπάθεια αποτελούν τα καλύτερα και χειρότερα ανθρώπινα ένστικτά μας. Στη ρίζα και των δύο τύπων συμπεριφορών, λένε οι ερευνητές, είναι το εξελικτικό μας παρελθόν. 

Υποθέτουν ότι οι άνθρωποι - και πολλά άλλα είδη, σε μικρότερο βαθμό – εξέλιξαν την επιθυμία να βοηθούν ο ένας τον άλλον επειδή η συνεργασία μέσα στις κοινωνικές ομάδες ήταν απαραίτητη για την επιβίωση. Όμως, δεδομένου ότι οι ομάδες έπρεπε να ανταγωνιστούν για πόρους, η προθυμία να ακρωτηριάζουν, να σακατεύουν και να σκοτώνουν τους αντιπάλους, ήταν επίσης ζωτικής σημασίας.

«Είμαστε το πιο κοινωνικό είδος στη Γη και είμαστε επίσης το πιο βίαιο είδος στη Γη», λέει ο Jean Decety, ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο. «Έχουμε δύο πρόσωπα γιατί αυτά τα δύο πρόσωπα είναι σημαντικά για την επιβίωσή μας».

Τις τελευταίες δεκαετίες οι ερευνητές έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο προς την κατανόηση της επιστήμης σε σχέση με το τι κατευθύνει το καλό και το κακό. Και τα δύο φαίνεται να συνδέονται με ένα βασικό συναισθηματικό χαρακτηριστικό: την ενσυναίσθηση (αγγλιστί: empathy), η οποία είναι μια εγγενής ικανότητα του εγκεφάλου να βιώσει το πως σκέφτεται και αισθάνεται ένας άλλος άνθρωπος. Οι ερευνητές έχουν διαπιστώσει ότι η ενσυναίσθηση είναι η ανάφλεξη της συμπόνιας στις καρδιές μας, που μας ωθεί να βοηθήσουμε τους άλλους που διατρέχουν κίνδυνο.

Μελέτες επίσης έδειξαν ότι οι βίαιες, ψυχοπαθητικές και αντικοινωνικές συμπεριφορές οφείλονται στην έλλειψη ενσυναίσθησης, που φαίνεται να προέρχεται από μειωμένα νευρικά κυκλώματα. Αυτές οι νέες ιδέες θέτουν τις βάσεις για θεραπευτικά σχήματα και προγράμματα που αποσκοπούν στην ενίσχυση της ενσυναισθητικής αντίδρασης του εγκεφάλου.

Ως εκ των πιο πάνω, αναφύεται το εξής καίριο ερώτημα: Αν, όπως έδειξαν σχετικές έρευνες, το έλλειμμα της ενσυναίθησης στον πυρήνα των ψυχοπαθητικών συμπεριφορών μπορεί να ανιχνευθεί πίσω στην παιδική ηλικία, μήπως αυτό σημαίνει ότι το κακό κατοικεί στα γονίδια μας, βρίσκεται κουλουριασμένο όπως ένα φίδι στο DNA μας, περιμένοντας τη στιγμή για να χτυπήσει;

Η απάντηση δεν είναι κατηγορηματικά ναι ή όχι. Όπως συμβαίνει με πολλές ασθένειες, τόσο η φύση, όσο και η γαλούχηση, έχουν το δικό του μερίδιο στη διαμόρφωση ενός ψυχοπαθούς, όπως άλλωστε απέδειξαν και μελέτες δίδυμων. Αυτό, όμως, που κατηγορηματικά μπορούμε να πούμε είναι ότι το ζήτημα της προέλευσης και εκδήλωσης του καλού και του κακού στους ανθρώπους δεν είναι θέμα φιλοσοφικής ή θρησκευτικής συζήτησης, όπως ήταν για αιώνες, αλλά ζήτημα επιστημονικό που έχει ως βάση του το εξελικτικό μας παρελθόν.


Σχόλια